Στο ένα άκρο ζούμε σαν εργατικά μυρμηγκάκια, με το κεφάλι κάτω, τρέχοντας από δω και από κει να προλάβουμε τις υποχρεώσεις μας. Συχνά ξεχνάμε ποιοι είμαστε πραγματικά και γινόμαστε ο τίτλος που φέρουμε στην εργασία μας, μιμούμενοι τα αφεντικά μας και κουβαλώντας συνεχώς μαζί μας αυτό που ονομάζουμε «εταιρική κουλτούρα».
Σε αυτή την κατάσταση είμαστε γρήγοροι, συγκεντρωμένοι στους στόχους μας και σε μόνιμη επιφυλακή για την αποφυγή κινδύνων, με όλες τις αρνητικές προκαταλήψεις που αυτό συνεπάγεται. Έτσι, οδηγούμαστε περισσότερο από τον φόβο παρά από τον ενθουσιασμό. Και αισθανόμαστε μόνοι.
Για να επιβιώσουμε, αναζητούμε «καύσιμα»: φίλους, καφέ, ζάχαρη, αλκοόλ. Περιμένουμε για να ζήσουμε τα Σαββατοκύριακα, τις διακοπές, τη σύνταξη.
Στο άλλο άκρο είμαστε ήρεμοι. Βλέπουμε ότι δεν είμαστε μόνοι, αλλά μέρος κάποιου μεγαλύτερου πράγματος. Ενεργούμε συνειδητά και ανακαλύπτουμε ότι μπορούμε να συγκεντρωθούμε σε ένα μόνο πράγμα κάθε φορά, αυτό που είναι πιο άμεσο.
Όταν λειτουργούμε έτσι, είναι εύκολο να «λάμψουμε», να είμαστε εξαιρετικοί και δημιουργικοί. Είμαστε ο εαυτός μας και όχι αυτό που νομίζουμε ότι πρέπει να είμαστε.
Πάντα θα ταλαντευόμαστε ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα. Αυτή είναι η ανθρώπινη φύση.
Πιστεύω, όμως, ότι οι καλύτεροι εργασιακοί χώροι είναι εκείνοι που σε ενθαρρύνουν να ζεις περισσότερο στο συνειδητό άκρο, που σου επιτρέπουν να ανασαίνεις, να ζυγίζεις τις δυνατότητες και να είσαι πραγματικά ο εαυτός σου.
Αυτοί οι εργασιακοί χώροι έχουν ηγέτες με ανθρωπιά και ειλικρίνεια. Τρέφουν το μυαλό και την ψυχή, και το όραμά τους έχει νόημα.